Oρίζεται ότι οι συντάξεις θα χορηγούνται «με σχετική
επιφύλαξη», μέχρι να διευθετηθούν ζητήματα ερμηνείας που αφορούν διατάξεις του
νέου Ασφαλιστικού νόμου (ν. 4387/2016) σχετικά με το όριο των 15 ετών μόνιμης
και νόμιμης διαμονής στη χώρα. Από την ανάλυση των στοιχείων που ακολουθούν
προκύπτει ότι οι νέες συντάξεις που θα προκύψουν από το νέο Ασφαλιστικό, θα
είναι έως 30% μειωμένες σε σχέση με τις παλιότερες.
Μετά την απαραίτητη υπουργική απόφαση που εκδόθηκε στις αρχές του
προηγούμενου μήνα, έρχεται και η συγκεκριμένη εγκύκλιος για να οριοθετήσει τον
τρόπο υπολογισμού των συντάξεων, γεγονός που μεταφράζεται σε ουσιαστική
απεμπλοκή της διαδικασίας. Είναι γνωστό ότι από την έναρξη ισχύος του νέου
νόμου για το Ασφαλιστικό έχουν συσσωρευτεί περίπου 60.000 νέες αιτήσεις
απονομής συντάξεων. Όπως ορίζεται από 13 Μαΐου 2016 και μετά η σύνταξη θα
προκύπτει ως άθροισμα εθνικής και ανταποδοτικής.
Ειδικά ως προς το σκέλος της ανταποδοτικής σύνταξης, ξεκαθαρίζεται ότι
καθορίζεται από:
• τις συντάξιμες αποδοχές/εισόδημα, επί των οποίων καταβλήθηκαν εισφορές.
• το χρόνο ασφάλισης.
• τα ετήσια ποσοστά αναπλήρωσης επί των συντάξιμων αποδοχών
* Καταβάλλεται μαζί με την εθνική σύνταξη κάθε μήνα.
* Η χορήγησή της τελεί υπό την εγγύηση του ελληνικού κράτους.
Δικαιούχοι ανταποδοτικής σύνταξης είναι:
*Υπάλληλοι – λειτουργοί του Δημοσίου και στρατιωτικοί.
*Ασφαλισμένοι κύριας ασφάλισης του ιδιωτικού τομέα (μισθωτοί,
αυτοαπασχολούμενοι, ελεύθεροι επαγγελματίες και οι αυτοπασχολούμενοι του Κλάδου
Κύριας Ασφάλισης Αγροτών τουΟΓΑ)οι οποίοι θεμελιώνουν δικαίωμα συνταξιοδότησης
σύμφωνα με τις οικείες διατάξεις, δηλαδή έχουν συμπληρώσει τον κατά περίπτωση
οριζόμενο από τη νομοθεσία χρόνο ασφάλισης και την αντίστοιχη ηλικία συνταξιοδότησης.
Για τον υπολογισμό της ανταποδοτικής σύνταξης λαμβάνονται υπόψη οι εξής
παράμετροι:
• Συντάξιμες αποδοχές: για τον υπολογισμό του ανταποδοτικού μέρους σύνταξης
κύριας ασφάλισης λόγω γήρατος, αναπηρίας ή θανάτου λαμβάνεται ο μέσος όρος των
μηνιαίων αποδοχών του ασφαλισμένου σε όλο τον ασφαλιστικό του βίο. Για τις
αιτήσεις συνταξιοδότησης που υποβάλλονται από 13.5.2016 έως 31.12.2016 οι
συντάξιμες αποδοχές καθορίζονται από το μέσο όρο των μηνιαίων αποδοχών της
περιόδου μεταξύ 2002 και της ημέρας που προηγείται της ημερομηνίας κατάθεσης
της αίτησης συνταξιοδότησης, επί των οποίων έχουν καταβληθεί εισφορές κλάδου
σύνταξης. Από 1.1.2017 και κάθε επόμενο έτος αυτή η περίοδος αναφοράς αυξάνεται
κατά ένα έτος (προς το μέλλον).
• Μέσος όρος των μηνιαίων αποδοχών: προκύπτει από το πηλίκο της διαίρεσης
του συνόλου των μηνιαίων αποδοχών του ασφαλισμένου (από το 2002 και μετά) διά
του συνολικού χρόνου ασφάλισης.
• Σύνολο μηνιαίων αποδοχών: το άθροισμα των μηνιαίων αποδοχών που υπόκεινται
σε
εισφορές κλάδου σύνταξης (και μέχρι του ανωτάτου ορίου ασφαλιστέων αποδοχών
όπως και όπου αυτό προβλεπόταν) καθ' όλη τη διάρκεια του ασφαλιστικού βίου (από
το 2002 και μετά).
Από τις διατάξεις των άρθρων 38, 39 και 40 του Ν. 4387/2016 προβλέπεται
ανώτατο και κατώτατο όριο ασφαλιστέων αποδοχών/εισοδήματος επί του οποίου
υπολογίζονται οι μηνιαίες ασφαλιστικές εισφορές. Σε κάθε περίπτωση για όλους
τους μισθωτούς που υπάγονται στην ασφάλιση του ΕΦΚΑ, από 1.1.2017 το ανώτατο
όριο ασφαλιστέων αποδοχών ανέρχεται στο δεκαπλάσιο του ποσού που αντιστοιχεί
στο κατώτατο βασικό μισθό άγαμου μισθωτού άνω των 25 ετών (σήμερα ισούται με
5.860,80 € (586,08 € Χ 10). Επίσης, από το άρθρο 27 παρ. 1 του Ν. 4445/2016
προβλέπεται κατώτατο όριο ασφαλιστέων αποδοχών για τους μισθωτούς με πλήρη απασχόληση,
ίσο με ποσό που αντιστοιχεί στον κατώτατο βασικό μισθό άγαμου μισθωτού άνω των
25 ετών (σήμερα το κατώτατο όριο διαμορφώνεται σε 586,08 €). Σε περίπτωση που
υπάρχει πλήρης απασχόληση μισθωτού έως 25 ετών, το κατώτατο όριο
ασφαλιστέων αποδοχών διαμορφώνεται σε 510,95 €
Οι χρόνοι που λαμβάνονται υπόψη στον υπολογισμό των συντάξιμων αποδοχών
είναι: α) Ο χρόνος πραγματικής ασφάλισης: ο χρόνος ασφαλιστέας απασχόλησης ή
ιδιότητας στον Ε.Φ.Κ.Α. ή στους εντασσόμενους στον Ε.Φ.Κ.Α. φορείς, τομείς,
κλάδους και λογαριασμούς για τον οποίο έχουν καταβληθεί εισφορές. Για τους
μισθωτούς ως χρόνος ασφάλισης αναγνωρίζεται και ο χρόνος για τον οποίο
οφείλονται εισφορές.
β) Ο λογιζόμενος χρόνος συντάξιμης υπηρεσίας των πολιτικών και στρατιωτικών
υπαλλήλων,
σύμφωνα με τις διατάξεις της συνταξιοδοτικής νομοθεσίας του Δημοσίου, όπως
ίσχυαν μέχρι την έναρξη ισχύος του νόμου αυτού.
γ) Οι πλασματικοί χρόνοι ασφάλισης:
• παρ. 18 του άρθρου 10 του Ν. 3863/2010 (Α' 115), δηλαδή ο χρόνος στρατιωτικής
υπηρεσίας, ο χρόνος γονικής άδειας ανατροφής παιδιών, ο χρόνος επιδότησης λόγω
ασθένειας έως 300 ημέρες, ο χρόνος επιδότησης τακτικής ανεργίας και μέχρι
300 ημέρες, ο χρόνος εκπαιδευτικής άδειας άνευ αποδοχών και μέχρι δύο έτη, ο
χρόνος σπουδών για την απόκτηση ενός μόνο πτυχίου ανώτερης ή ανώτατης σχολής
της ημεδαπής ή της αλλοδαπής, καθώς και ο χρόνος σπουδών, μετά τη συμπλήρωση
του 17ου έτους ηλικίας σε μέσες επαγγελματικές σχολές ο οποίος είναι ίσως με τα
κατά τον χρόνο αποφοίτησης επίσημα ακέραια χρόνια σπουδών της οικείας σχολής.
Επίσης, στους πλασματικούς χρόνους ασφάλισης συγκαταλέγονται ο χρόνος ανεργίας
μετά την υπαγωγή στην ασφάλιση οποιουδήποτε φορέα κύριας ασφάλισης ή το
δημόσιο, ο προβλεπόμενος από την ΕΓΣΣΕ χρόνος απουσίας από την εργασία λόγω
κύησης και λοχείας και ο χρόνος απεργίας. Ειδικά για τις μητέρες όλων των
Φορέων Κύριας Ασφάλισης πλην ΟΓΑ αναγνωρίζεται ο πλασματικός χρόνος που
αποκτούν παιδιά ανεξάρτητα από τον χρόνο γέννησής τους, ο οποίος ανέρχεται σε
ένα έτος ή 300 ημέρες ασφάλισης για το πρώτο παιδί και σε δύο έτη ή 600 ημέρες
ασφάλισης για κάθε επόμενο παιδί μέχρι και το τρίτο. Επίσης προστίθεται ο
χρόνος μαθητείας μέχρι και ένα έτος, ο χρόνος αποδεδειγμένης άσκησης
επαγγελματικής δραστηριότητας πριν την εγγραφή στα μητρώα του ΟΑΕΕ και μέχρι
πέντε έτη εφόσον δεν είχαν πληρωθεί οι ασφαλιστικές εισφορές.
• των άρθρων 39, 40 και 41 του Ν. 3996/2011 (Α' 170),
• του άρθρου 6 παρ.12 και του άρθρου 17 του Ν. 3865/2010 (Α' 120),
• του άρθρου 40 του Ν. 2084/1992 (Α' 165).
Από 13.5.2016 οι ασφαλισμένοι που συνταξιοδοτούνται σύμφωνα με τις διατάξεις
της παρ. 10 του άρθρου 10 του Ν. 3863/2010 έχουν δικαίωμα να αναγνωρίζουν τους
πλασματικούς χρόνους ασφάλισης των άρθρων 39, 40 και 41 του Ν. 3996/2011.
Προσοχή:
Η εγκύκλιος τονίζει ότιπλασματικός χρόνος που αναγνωρίζεται χωρίς εξαγορά
(χρόνος επιδότησης λόγω ασθένειας, χρόνος επιδότησης λόγω τακτικής ανεργίας ή
χρόνος απουσίας από την εργασία λόγω κύησης/λοχείας) δεν συνυπολογίζεται ούτε
στα ποσοστά αναπλήρωσης ούτε στον υπολογισμό των συνταξίμων αποδοχών κατά τον
υπολογισμό του ποσού της ανταποδοτικής σύνταξης.
δ) Ο χρόνος προαιρετικής ασφάλισης της παρ. 2 του άρθρου 34 του Ν.
4387/2016.
ε) Χρόνος για τον οποίο έχουν καταβληθεί ασφαλιστικές εισφορές στους
εντασσόμενους στον
Ε.Φ.Κ.Α. φορείς, τομείς, κλάδους και λογαριασμούς, ακόμα και αν δεν συνέτρεχαν
οι νόμιμες προϋποθέσεις ασφάλισης.
• Συντάξιμες αποδοχές για το χρόνο ασφάλισης που αναγνωρίζεται πλασματικά
(κατόπιν καταβολής του προβλεπόμενου ποσού εξαγοράς): ορίζεται το ποσό που θα
αποτελούσε τον ασφαλιστέο μηνιαίο μισθό/εισόδημα αν εκλαμβανόταν ως μηνιαία
εισφορά το ποσό που καταβλήθηκε για την εξαγορά κάθε μήνα ασφάλισης. Οι
συντάξιμες αποδοχές υπολογίζονται στο αρχικό ποσό εξαγοράς, πριν από την
εφαρμογή της ποσοστιαίας έκπτωσης σε περίπτωση εφάπαξ καταβολής του ποσού.
Σχετικά με την αναπροσαρμογή των αποδοχών του ασφαλισμένου, η εγκύκλιος
επισημαίνει ότιμέχρι και το 2020 καθορίζεται από τη μεταβολή του μέσου ετήσιου
γενικού δείκτη τιμών καταναλωτή (ΔτΚ) της Ελληνικής Στατιστικής Αρχής. Από το
2021 και μετά η αναπροσαρμογή των αποδοχών του ασφαλισμένου καθορίζεται από το
δείκτη μεταβολής μισθών (ΔΜΜ), που υπολογίζεται από την ΕΛΣΤΑΤ. Τονίζεται ότι
οι συντάξιμες αποδοχές αναπροσαρμόζονται έως και το προηγούμενο της
συνταξιοδότησης έτος.
Το τελικό ποσό του ανταποδοτικού μέρους της σύνταξης υπολογίζεται για το σύνολο
του χρόνου ασφάλισης, με βάση τα ποσοστά αναπλήρωσης τουακ πίνακα της παρ. 4
του άρθρου 8.
ΠΙΝΑΚΑΣ ΠΟΣΟΣΤΩΝ ΑΝΑΠΛΗΡΩΣΗΣ
ΚΛΙΜΑΚΕΣ ΕΤΩΝ ΑΣΦΑΛΙΣΗΣ
|
ΠΟΣΟΣΤΟ ΑΝΑΠΛΗΡΩΣΗΣ
|
ΤΕΛΙΚΟ ΠΟΣΟΣΤΟ ΑΝΑΠΛΗΡΩΣΗΣ
|
ΑΠΟ
|
ΕΩΣ
|
0
|
15
|
0,77%
|
11,55%
|
15,01
|
16
|
0,84%
|
12,39%
|
16,01
|
17
|
13,23%
|
17,01
|
18
|
14,07%
|
18,01
|
19
|
0,90%
|
14,97%
|
19,01
|
20
|
15,87%
|
20,01
|
21
|
16,77%
|
21,01
|
22
|
0,96
|
17,73%
|
22,01
|
23
|
18,69%
|
23,01
|
24
|
19,65%
|
24,01
|
25
|
1,03%
|
20,68%
|
25,01
|
26
|
21,71%
|
26,01
|
27
|
22,74%
|
27,01
|
28
|
1,21%
|
23,95%
|
28,01
|
29
|
25,16%
|
29,01
|
30
|
26,37%
|
30,01
|
31
|
1,42%
|
27,79%
|
31,01
|
32
|
29,21%
|
32,01
|
33
|
30,63%
|
33,01
|
34
|
1,59%
|
32,22%
|
34,01
|
35
|
33,81%
|
35,01
|
36
|
35,40%
|
36,01
|
37
|
1,80%
|
37,20%
|
37,01
|
38
|
39%
|
38,01
|
39
|
40,80%
|
39,01
|
40
|
2,00%
|
42,80%
|
40,01
|
41
|
44,80%
|
41,01
|
42 και περισσότερα
|
46,80%
|
Το ποσοστό αναπλήρωσης για κάθε έτος ασφάλισης ανά κλίμακα ετών αντιστοιχεί
στο ποσοστό που αναγράφεται στην τρίτη στήλη του πίνακα και το τελικό ποσοστό
αναπλήρωσης
στην τέταρτη στήλη. Το ανταποδοτικό μέρος της σύνταξης αντιστοιχεί στα κατ'
έτος ποσοστά αναπλήρωσης για το σύνολο του χρόνου ασφάλισης επί των συνταξίμων
αποδοχών. Το σύνολο του χρόνου ασφάλισης λαμβάνεται υπόψη με μαθηματική
ακρίβεια δύο δεκαδικών ψηφίων.
Παράδειγμα
υπολογισμού ποσού ανταποδοτικής σύνταξης μισθωτού
Μισθωτός, ασφαλισμένος στο τ. ΙΚΑ-ΕΤΑΜ για πρώτη φορά πριν από την 1.1.1993,
με πλήρη απασχόληση από 01/01/2002 έως 30/11/2016 και περισσότερα από 40 έτη
μόνιμης και νόμιμης διαμονής στη χώρα μας μεταξύ του 15ου και της 30.11.2016,
υποβάλλει αίτημα συνταξιοδότησης λόγω γήρατος την 01/12/2016 σε ηλικία 63 ετών
με 12.000 ημέρες ασφάλισης (καθ' όλο το διάστημα της ασφάλισής του το ποσοστό
των εισφορών υπέρ κλάδου σύνταξης δεν ξεπέρασε το 6,67% για τον ασφαλισμένο και
το 13,33% για τον εργοδότη).
Οι αποδοχές επί των οποίων καταβλήθηκαν εισφορές υπέρ κλάδου σύνταξης από
01/01/2002 έως 30/11/2016, όπως αυτές αναπροσαρμόστηκαν με το ΔτΚ κατ' έτος,
συμπεριλαμβανομένων των δώρων εορτών και του επιδόματος άδειας είναι οι εξής:
Έτος
|
Η.Ε.
|
Εισφορές
|
Αποδοχές (σε €)
|
Αύξ. ΔτΚ
|
Τελικές αποδοχές (σε €)
|
2002
|
300
|
4.340
|
21.700
|
1,30263
|
28.267,07
|
2003
|
300
|
4.564
|
22.820
|
1,25858
|
28.720,80
|
2004
|
300
|
4.900
|
24.500
|
1,22311
|
29.966,20
|
2005
|
300
|
5.320
|
26.600
|
1,18175
|
31.434,55
|
2006
|
300
|
5.544
|
27.720
|
1,14510
|
31.742,17
|
2007
|
300
|
5.880
|
29.400
|
1,11283
|
32.717,20
|
2008
|
300
|
6.104
|
30.520
|
1,06798
|
32.594,75
|
2009
|
300
|
6.160
|
30.800
|
1,05521
|
32.500,47
|
2010
|
300
|
6.160
|
30.800
|
1,00771
|
31.037,47
|
2011
|
300
|
6.160
|
30.800
|
1,00000
|
30.800,00
|
2012
|
300
|
6.160
|
30.800
|
1,00000
|
30.800,00
|
2013
|
300
|
6.160
|
30.800
|
1,00000
|
30.800,00
|
2014
|
300
|
6.160
|
30.800
|
1,00000
|
30.800,00
|
2015
|
300
|
6.160
|
30.800
|
1,00000
|
30.800,00
|
2016
|
275
|
5.720
|
28.600
|
1,00000
|
28.600,00
|
Σύνολο
|
4.475 Η.Ε. ή 179 μήνες
|
|
|
|
461.580,68
|
Οι συντάξιμες αποδοχές ανέρχονται σε 2.578,66 € (461.580,68 € /179 μήνες)
Ανταποδοτική σύνταξη: 2.578,66 € Χ 42,8% (ποσοστό αναπλήρωσης για 12.000 Η.Ε.)
= 1.103,67 €.
Ο ασφαλισμένος δικαιούται και εθνική σύνταξη ύψους 384,00 €.
Συνολικό ποσό σύνταξης: 384,00 € + 1.103,67 € = 1.487,67 €.
Συντάξιμες αποδοχές
μη μισθωτών
Για τον υπολογισμό των συντάξιμων αποδοχών των μη μισθωτών ασφαλισμένων η
εγκύκλιος διευκρινίζει ότι για το ανταποδοτικό μέρος σύνταξης κύριας ασφάλισης
λόγω γήρατος, αναπηρίας ή θανάτου λαμβάνεται υπόψη το εισόδημα, το οποίο
υπόκειται σε εισφορές καθ' όλη τη διάρκεια του ασφαλιστικού βίου. Ως εισόδημα
νοείται το ποσό που θα αποτελούσε το ασφαλιστέο μηνιαίο εισόδημα αν
εκλαμβανόταν ως μηνιαία εισφορά το ποσό που πράγματι καταβλήθηκε για κάθε μήνα
ασφάλισης, συνυπολογιζομένων, με αναγωγή κατά κεφαλήν, τυχόν υφισταμένων κατά
το διάστημα αυτό κοινωνικών πόρων υπέρ των αντιστοίχων ταμείων.
Για τους ελεύθερους επαγγελματίες προβλέπεται κατώτατο όριο μηνιαίου
εισοδήματος ίσο με τον εκάστοτε προβλεπόμενο κατώτατο βασικό μισθό άγαμου
μισθωτού άνω των 25 ετών (σήμερα το κατώτατο όριο διαμορφώνεται σε 586,08 €).
Ως ανώτατο όριο μηνιαίου εισοδήματος καθορίζεται αυτό των έμμισθων
ασφαλισμένων του άρθρου 38 του Ν. 4387/2016, δηλαδή το ποσό των 5.860,80
€.
Ευνόητο είναι ότι και σε αυτή την κατηγορία, των ελευθέρων επαγγελματιών,
για τον υπολογισμό των συντάξιμων αποδοχών επί των αιτήσεων συνταξιοδότησης που
υποβάλλονται από 13.5.2016 έως 31.12.2016, λαμβάνεται υπόψη το εισόδημα κατά
τις ειδικότερες λοιπές προβλέψεις του άρθρου 28, που προκύπτει από το έτος 2002
και έως την υποβολή της αίτησης συνταξιοδότησης. Από 1.1.2017 και κάθε επόμενο
έτος αυτή η περίοδος αναφοράς αυξάνεται κατά ένα έτος.
Παράδειγμα υπολογισμού εισοδήματος: Έστω ότι το έτος 2009 καταβλήθηκε
εισφορά στην 5η ασφαλιστική κατηγορία ποσού 279,81 €. Το εισόδημα θα
υπολογιστεί ως εξής: 279,81 € Χ12 μήνες = 3.357,72€ : 20% =16788,60 €
ii. Ως συντάξιμες αποδοχές για το χρόνο ασφάλισης που αναγνωρίζεται πλασματικά (κατόπιν
καταβολής του προβλεπόμενου ποσού εξαγοράς) ορίζεται το ποσό που θα αποτελούσε
τον ασφαλιστέο μηνιαίο μισθό /εισόδημα αν εκλαμβανόταν ως μηνιαία εισφορά το
ποσό που καταβλήθηκε για την εξαγορά κάθε μήνα ασφάλισης. Οι συντάξιμες αποδοχές
υπολογίζονται στο αρχικό ποσό εξαγοράς, πριν την εφαρμογή της ποσοστιαίας
έκπτωσης , σε περίπτωση εφάπαξ καταβολής του ποσού
Παράδειγμα
υπολογισμού προσαύξησης αποδοχών με βάση το ΔτΚ
Έστω ότι καταβλήθηκε εισφορά το έτος 2009 στην 5η ασφαλιστική κατηγορία ποσού
279,81 €. Η αίτηση συνταξιοδότησης υποβλήθηκε το Νοέμβριο του 2016. Η
προσαύξηση του εισοδήματος με βάση το ΔτΚ θα υπολογιστεί ως εξής: 279,81 €
Χ 12 μήνες = 3357,72€ : 20% =16.788,60 € Χ 1,05521
(ΔτΚ 2009) =17715,49 €
Παράδειγμα υπολογισμού τελικού ποσού ανταποδοτικής σύνταξης παλαιού
ασφαλισμένου στον τ. ΟΑΕΕ-ΤΕΒΕ
Έστω ασφαλισμένος με συνολικό χρόνο ασφάλισης 40 έτη, ο οποίος υποβάλλει αίτηση
συνταξιοδότησης το Δεκέμβριο του 2016.
Έτος καταβολής εισφορών
|
Ποσό μηνιαίας εισφοράς (σε €)
|
Μήνες καταβολής
|
Συνολικό ποσό καταβληθεισών εισφορών (σε €)
|
Συντάξιμες αποδοχές (σε €)
|
Συνολική αναπροσαρμογή (με τον ΔΤΚ) από
το έτος αναφοράς μέχρι το έτος εξόδου
(σε €)
|
Ετήσιες αποδοχές, αναπροσαρμοσμένες με τον ΔτΚ
(σε €)
|
2002
|
143,00 (Ζ' κατηγορία)
|
12
|
1.716,00
|
8.580,00
|
1,30263
|
11176,54
|
2003
|
189,00 (Η' κατηγορία)
|
12
|
2.268,00
|
11.340,00
|
1,25858
|
14272,297
|
2004
|
204,00 (Η' κατηγορία)
|
12
|
2.448,00
|
12.240,00
|
1,22311
|
14970,866
|
2005
|
220,00 (Η' κατηγορία)
|
12
|
2.640,00
|
13.200,00
|
1,18175
|
15599,10
|
2006
|
233,00 (Η' κατηγορία)
|
12
|
2.796,00
|
13.980,00
|
1,14510
|
16008,498
|
2007
|
246,75 επί 5ης ασφ. κατηγορίας ΟΑΕΕ
|
12
|
2.961,00
|
14.805,00
|
1,11283
|
16475,448
|
2008
|
266,49 επί 5ης ασφ. κατηγορίας ΟΑΕΕ
|
12
|
3.197,88
|
15.989,40
|
1,06798
|
17076,359
|
2009
|
279,81 επί 5ης ασφ. κατηγορίας
|
12
|
3.357,72
|
16.788,60
|
1,05521
|
17715,498
|
2010
|
315,59 επί 6ης ασφ. κατηγορίας
|
12
|
3.787,08
|
18.935,40
|
1,00771
|
19081,391
|
2011
|
315,59 επί 6ης ασφ. κατηγορίας
|
12
|
3.787,08
|
18.935,40
|
1,00000
|
18935,40
|
Κάντε scroll για να δείτε όλο
τον πίνακα
Προσαύξηση της
σύνταξης
Στην ίδια εγκύκλιο ο ΕΦΚΑ τονίζειότι για όσους ασφαλισμένους υποβάλλουν αίτηση
συνταξιοδότησης από την έναρξη ισχύος του νόμου αυτού (13.5.2016), οι οποίοι,
σύμφωνα με το προϊσχύον νομικό καθεστώς, κατέβαλλαν εισφορές ανώτερες από αυτές
του ΙΚΑ-ΕΤΑΜ (6,67% για τον ασφαλισμένο και 13,33% για τον εργοδότη), στον
υπολογισμό του ανταποδοτικού μέρους της σύνταξής τους σύμφωνα με το άρθρο 28
του νόμου αυτού θα υπολογίζεται και ετήσιος συντελεστής αναπλήρωσης 0,075% για
κάθε ποσοστιαία μονάδα (1%) επιπλέον εισφοράς σε κάθεέτος που έχει καταβληθεί
επιπλέον εισφορά. Ο συντάξιμος μισθός σε αυτή την περίπτωση θα προκύπτει
λαμβάνοντας υπόψη τη βάση υπολογισμού της επιπλέον εισφοράς.
Η προσαύξηση της σύνταξης δεν ισχύει όμως για συγκεκριμένες κατηγορίες
ασφαλισμένων. Αυτές είναι:
α) Όσοι υπάγονται σε βαρέα και ανθυγιεινά επαγγέλματα
β) Όσοι συνταξιοδοτούνται είτε με βάση τις διατάξεις του ν. 612/1977, είτε με
βάση τις διατάξεις που παραπέμπουν σε αυτές (άρθρο 40 παρ. 8 του ν. 1902/1990,
άρθρο 16 παρ. 3 του ν. 2227/1994, άρθρο 2 παρ. 2 του ν. 3075/2002, άρθρο 5
παρ. 1, 3 του ν. 3232/2004, άρθρο 61 παρ. 4 του ν. 3518/2006, άρθρο 37
παρ. 4 του ν. 3996/2011),
γ) Όσοι υπάγονται σε γενικές, ειδικές ή καταστατικές διατάξεις συνταξιοδότησης
ως μητέρες και χήροι πατέρες ανίκανων για κάθε βιοποριστική εργασία τέκνων.
Επισημαίνεται ότι προσαύξηση σύνταξης δικαιούνται όσοι από τους εργαζόμενους
στη ΔΕΗ απασχολούνται σε ορυχεία, σταθμούς παραγωγής και δίκτυα
Προσωπική διαφορά
Στην ίδια εγκύκλιο γίνεται αναλυτική αναφορά στην έννοια της προσωπικής
διαφοράς που καθιερώνεται με τον επανυπολογισμό των κύριων συντάξεων. Όπως
ορίζεται επί αιτήσεων συνταξιοδότησης που θα κατατεθούν εντός του 2016, εάν το
ποσό της απονεμόμενης σύνταξης υπολείπεται του ποσού της σύνταξης που θα
απονεμόταν κατά το προϊσχύσαν καθεστώς σε ποσοστό άνω του 20%, το ήμισυ της
διαφοράς καταβάλλεται στο δικαιούχο ως προσωπική διαφορά. Επί αιτήσεων που θα
κατατεθούν εντός του 2017 καταβάλλεται στο δικαιούχο ως προσωπική διαφορά το
ένα τρίτο (1/3) της διαφοράς, και επί αιτήσεων που θα κατατεθούν εντός του 2018
το ένα τέταρτο (1/4) της διαφοράς. Στην προσωπική διαφορά όμως δεν
περιλαμβάνονται ακόμα ειδικές περιπτώσεις όπως είναι εκείνες που αφορούν
προσαύξηση του ΤΣΜΕΔΕ και του ΤΣΑΥ.
2012
|
315,59 επί 6ης ασφ. κατηγορίας
|
12
|
3.787,08
|
18.935,40
|
1,00000
|
18935,40
|
2013
|
337,46 επί 7ης ασφ. κατηγορίας
|
12
|
4.049,52
|
20.247,60
|
1,00000
|
20247,60
|
2014
|
337,46 επί 7ης ασφ. κατηγορίας
|
12
|
4.049,52
|
20.247,60
|
1,00000
|
20247,60
|
2015
|
279,81 επί 5ης ασφ. κατηγορίας
|
12
|
3.357,72
|
16.788,60
|
1,00000
|
16.788,60
|
2016
|
279,8181 επί 5ης ασφ. κατηγορίας
|
12
|
3.357,72
|
16.788,60
|
-
|
16788,60
|
Σύνολο
|
|
180
|
|
|
25.4319,18
|
Συνεπώς, από 01/01/2002 έως και 31/12/2016, δηλαδή για 180 μήνες, έχουν
καταβληθεί συνολικά 254319,18 € και οι μηνιαίες συντάξιμες αποδοχές ανέρχονται
σε 1412,88 € (25.4319,18 €:180 μήνες). Το ποσό της ανταποδοτικής σύνταξης
ανέρχεται σε 604,71 € [1412,88 € Χ 42,80% (συντελεστής αναπλήρωσης)].
Συνταξιοδότηση λόγω αναπηρίας από εργατικό ατύχημα ή επαγγελματική ασθένεια
(άρθρο 31, παρ. 2)
Στην περίπτωση αυτή το ποσό της σύνταξης (άθροισμα εθνικής και ανταποδοτικής
σύνταξης, συμπεριλαμβανομένων τυχόν προσαυξήσεων βάσει του άρθρου 30 ή λόγω
παράλληλης απασχόλησης) δεν μπορεί να υπολείπεται του ποσού που αντιστοιχεί στο
διπλάσιο της εθνικής σύνταξης για 20 έτη ασφάλισης, όπως εκάστοτε ορίζεται αυτό
[σήμερα αντιστοιχεί σε 768,00 € (384,00 € Χ 2 =)].